Του
Δημήτρη Καζάκη
Ο
φερόμενος ως πρωθυπουργός έχει τελευταία επιδοθεί σ’ έναν μαραθώνιο διάσωσης της
αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ για την επόμενη ημέρα. Για την ημέρα που θα βρεθεί ξανά
στην αντιπολίτευση και θα κληθεί ο ΣΥΡΙΖΑ να αναβιώσει την αντιμνημονιακή
ριζοσπαστική αριστερά.
Έως
και τον Ανδρέα Παπανδρέου επιχείρησε να νεκραναστήσει με άρθρο των συνεργατών
του σ’ ένα από τα δημοσιογραφικά φερέφωνα του Μαξίμου. Όχι αυτό που διαλαλεί ότι
οι «μοναδικοί εργοδότες μας είναι οι αναγνώστες μας», αλλά το άλλο με τις
αποκαλύψεις!
Μην
φανταστείτε ότι το έγραψε ο ίδιος. Ο κ. Τσίπρας, από την εποχή που ήταν απλό
μίσθαρνο στέλεχος της αριστεράς και της προόδου δεν έχει κατορθώσει να συντάξει
από μόνος του ούτε μια αξιόλογη αράδα. Ομιλίες και άρθρα του τα έγραφαν πάντα
άλλοι. Ο κ. Τσίπρας αντιπροσωπεύει επάξια την πλέον αμόρφωτη γενιά επαγγελματιών
της πολιτικής που πέρασε από αυτόν το δύσμοιρο τόπο. Όχι μόνο στην αριστερά,
αλλά και στη δεξιά.
Πρόκειται
για μια τόσο επιδεικτικά αμόρφωτη γενιά πολιτικών, η οποία δεν μπορεί να
διαπρέψει στην πολιτική παρά μόνο ως μαριονέτα, ως βιτρίνα για πολύ σκοτεινά
συμφέροντα. Δείτε όχι μόνο τον Τσίπρα, αλλά και τον Κυριάκο, τη Φώφη, τον Φίφη
κι όλα τα άλλα μεταλλαγμένα ανθρωποειδή του αδελφάτου της επαγγελματικής
πολιτικής.
Ολόκληρος
στρατός επικοινωνιολόγων ιδροκοπά καθημερινά για να τους μάθει να αρθρώνουν
δημόσιο λόγο, έστω και με κλισέ. Δείτε πόσο στιλιζαρισμένος είναι ο λόγος τους.
Σκέτα συνθήματα, που εναλλάσσονται όπως η διαδοχή εικόνων στο μηχάνημα με
διαφάνειες. Ακόμη και σε επίπεδο χειρονομιών.
Πρόκειται
για πολιτικούς της εικόνας, της τηλεόρασης κι όχι του πεζοδρομίου, όπως ήταν οι
παλιοί. Μιλάνε περισσότερο μ’ αυτά που κρύβουν , ή αποσιωπούν, παρά μ’ αυτά που
λένε, ή γράφουν. Αν φυσικά γράφουν, διότι δεν ξέρω ούτε έναν από τους σημερινούς
πολιτικούς αρχηγούς που ξέρει να συντάξει μόνος του κάτι που στοιχειωδώς να
συγκροτεί σκέψη αποτυπωμένη σε γραπτό.
Δεν
λέω ότι και στους παλιούς δεν υπήρχαν εκείνοι που δεν έκαναν τίποτε άλλο εκτός
από το να είναι άθλιες μαριονέτες παρασκηνίων, ντόπιων και ξένων κέντρων. Όμως
αυτοί που αναδεικνύονταν ήταν εκείνοι που έστω και δημαγωγικά κέρδιζαν την
εύνοια των πολιτών στο πεζοδρόμιο, επισκιάζοντας όλους τους άλλους με τα
προσόντα του δημόσιου λόγου τους. Γραπτού και προφορικού. Και μπορεί οι παλιοί
πολιτικοί σε δεξιά και αριστερά να ήταν ότι ήταν, να ήταν ακόμη και
παλιάνθρωποι, απόλυτα ιδιοτελείς, αλλά είχαν ένα τρομακτικό κουσούρι, απαράδεκτο
για τα μεγάλα αφεντικά της οικονομίας και της πολιτικής σήμερα. Είχαν την
ικανότητα να διαμορφώνουν δική τους γνώμη και
άποψη.
Κάτι
που έχει εκλείψει σήμερα παντελώς.
Η μόνη
γνώμη και άποψη που είναι σε θέση να διαμορφώσουν οι σημερινοί επαγγελματίες της
πολιτικής είναι αποκλειστικά για τις απολαβές τους σε οφίτσια και χρήμα πάνω και
κάτω από το τραπέζι. Για το αλισβερίσι, το δούναι-λαβείν. Το μπαξίσι, όπως το
έλεγαν παλιά. Όλα τα άλλα έχουν εναποτεθεί κυριολεκτικά στον αυτόματο πιλότο των
συμφερόντων που τάχθηκαν να υπηρετούν.
Κι
αντί οι παλιοί να είναι ακούσιες μαριονέτες σκοτεινών συμφερόντων – όπως οι
σημερινοί – μετρούσαν πάντα το πολιτικό κόστος, τον αντίκτυπό τους μέσα στο λαό.
Έστω κι αν τους ήταν πάντα εύκολο να προδώσουν, ή να ξεπουλήσουν ιδανικά, αξίες,
ελπίδες και προσδοκίες των απλών πολιτών, του κοσμάκη, του λαού που ακόμη και
σήμερα επιμένει να είναι πάντα ευκολόπιστος και πάντα προδομένος, όπως έγραφε ο
εθνικός μας ποιητής.
Απλά
οι παλιοί το έκαναν με πολιτικό τακτ ενώ οι σημερινοί το κάνουν εντελώς
ξεδιάντροπα. Τόσο ξεδιάντροπα, ώστε να εθίζεται το εκλογικό σώμα στην ιδέα ότι
δεν το κυβερνούν πολιτικοί, αλλά άνθρωποι του υποκόσμου, της μαφίας, ικανοί για
τα μεγαλύτερα εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου εναντίον της χώρας και των
απλών πολιτών της.
Είναι
αυτό που μας σέρβιραν επίσημα επί Σημίτη κι έγινε η κυρίαρχη ιδεολογία δεξιάς
και αριστεράς. Η Ελλάδα και οι πολίτες της δεν χρειαζόμαστε πολιτικούς με
προγράμματα που ενσωματώνουν κοινωνικά αιτήματα και δράση μέσα στην κοινωνία,
όπως παλιά, αλλά καλούς διαχειριστές, καλούς τεχνοκράτες. Το θυμάστε; Μόνο που
διαχειριστής, ο τεχνοκράτης είναι καλός μόνο όταν είναι σε θέση να υπηρετεί
τυφλά την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων. Δεν αμφισβητεί. Δεν προβληματίζεται. Δεν
ξέρει από πολιτικό κόστος και λαό. Όπως οι βασιλικοί επίτροποι, υπουργοί και
πρωθυπουργοί επί απόλυτης μοναρχίας.
Μόνο η
απολυταρχία χρειάζεται διαχειριστές και τεχνοκράτες πολιτικούς. Και μόνο τέτοιοι
μπορούν να κυβερνούν σήμερα την Ελλάδα. Νομοτελειακά. Μας το διαβεβαιώνουν
άπαντες. Τόσο η δεξιά, που δεν χάνει την ευκαιρία να επιδεικνύει την εκ φύσεως
υποτέλειά της στα μεγάλα αρπακτικά και τους μεγάλους επιβήτορες κυρίως του
εξωτερικού, όσο και η αριστερά, η οποία πασχίζει να κρύψει την εγκληματική
εθελοδουλία της πίσω από την καταγγελία του καπιταλισμού
γενικά.
Σ’
αυτήν την κατηγορία των παλαιών πολιτικών ανδρών ανήκει κι ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Να γιατί μπροστά στους σημερινούς, υπάρχουν ακόμη κάποιοι που τον νοσταλγούν και
του βρίσκουν ελαφρυντικά. Παρά το αναμφισβήτητο γεγονός των τρομακτικών ευθυνών
που έχει ο ίδιος, το κόμμα του, αλλά και το πολιτικό σύστημα της εποχής του για
τη σημερινή κατάντια της Ελλάδας.
Τι
ήθελε λοιπόν να πετύχει ο κ. Τσίπρας με το άρθρο των συνεργατών του για τον
Ανδρέα; Να απευθυνθεί πρωτίστως στη συνομοταξία των Λαλιώτηδων. Εκείνο δηλαδή το
είδος που άνθησε με τη νομή της εξουσίας από το ΠΑΣΟΚ και γεύτηκε το «μέλι» από
τον κρατικό κορβανά. Δεν είναι τυχαίο που λίγο πριν ο ίδιος ο κ. Λαλιώτης
βρέθηκε να κάνει δημόσια παρέμβαση υπέρ του ΠΑΣΟΚ του
Ανδρέα.
Το
ΠΑΣΟΚ ολοκλήρωσε αυτό που είχε ξεκινήσει η Χούντα και ενίσχυσε η ΝΔ της
δεκαετίας του 1970. Την μετατροπή της τράπεζας σε μητροπολιτικό ναό της
ελληνικής οικονομίας. Ποτέ άλλοτε οι τράπεζες δεν είχαν τόσο απόλυτο έλεγχο.
Μαζί τους κυριάρχησε ένα νέο είδος παράσιτων των επιχειρήσεων και της αγοράς,
που είχαν ελάχιστη ή καθόλου σχέση με την
παραγωγή.
Επιβλήθηκε
μια «αριστοκρατία του χρήματος» από τραπεζίτες, κερδοσκόπους κάθε λογής και
είδους, επενδυτές της αρπακτής, μεταπράτες και ραντιέρηδες, που επέβαλαν στο
κράτος και την οικονομία ένα ολόκληρο σύστημα αγυρτείας και
απάτης.
Η
άνοδος και η επικράτηση αυτής της αριστοκρατίας φαίνεται και στο διάγραμμα που
παραθέτουμε. Τα στοιχεία είναι από το ΔΝΤ και απεικονίζουν την άνοδο των
τραπεζικών ενεργητικών ως % του ΑΕΠ της Ελλάδας από το 1960 έως το
2014.
Η
αριστοκρατία αυτή είχε άμεσο συμφέρον από την καταχρέωση του κράτους και της
κοινωνίας. Το κρατικό έλλειμμα ήταν ένα από τα κύρια αντικείμενα της
κερδοσκοπίας της και η κύρια πηγή του πλουτισμού της.
Κάθε
χρόνο κι από ένα μεγαλύτερο κρατικό έλλειμμα. Κάθε χρόνο κι ένας νέος γύρος
κρατικών δανείων. Κάθε νέο δάνειο πρόσφερε σ’ αυτήν την αριστοκρατία των
τραπεζιτών και των κερδοσκόπων μια καινούργια ευκαιρία να κατακλέβουν το κράτος,
το οποίο επίτηδες κρατούσαν οι κυβερνήσεις και οι υπουργοί στο χείλος της
χρεοκοπίας. Κάθε νέο δάνειο και χειρότεροι όροι
δανεισμού.
Την
εξαπάτηση του κράτους με τα δάνεια, ακολουθούσε μια απίστευτη ληστεία με τα
δημόσια έργα. Τα περίφημα κοινοτικά κονδύλια ήταν μια απίστευτη ευκαιρία για να
οδηγηθεί η χώρα σε ακόμη μεγαλύτερη υπερχρέωση, αλλά και στην αριστοκρατία της
απάτης να βάλει στο χέρι ολόκληρο τον κρατικό
προϋπολογισμό.
Η
αριστοκρατία του χρήματος έφτασε ως το σημείο να φτιάχνει τους νόμους, να
διευθύνει το κράτος, να ελέγχει τα δικαστήρια – ιδίως τα ανώτατα – να έχει
ουσιαστικά στη διάθεσή της όλες τις δημόσιες εξουσίες της κοινωνίας, με τον
έλεγχο των ΜΜΕ εξουσίαζε και την κοινή γνώμη. Όσο η απάτη, η διαφθορά και η
διαπλοκή αποκτούσαν χαρακτήρα απόλυτου καθεστώτος στην Ελλάδα, τόσο η «πολιτική
ουδετερότητα» - δηλαδή η πολιτική αδιαφορία - αναδεικνυόταν σε κορυφαίο δόγμα.
Πρώτα και κύρια των αξιωματούχων του κράτους και της δημόσιας
ζωής.
Τα
κόμματα με τη σειρά τους μετατράπηκαν σε επιχειρηματικούς ομίλους.
Επιχορηγήσεις, δάνεια, κομματικές συμμετοχές σε επιχειρήσεις, offshore,
επενδύσεις σε κρατικά ομόλογα, κοκ. Ποτέ πριν τα πολιτικά κόμματα, ακόμη και τα
πιο διεφθαρμένα, δεν διακρίνονταν για τέτοια διαπλοκή. Όλα τα κόμματα της δεξιάς
και της αριστεράς πέρασαν μ’ αυτό τον τρόπο στα χέρια αυτής της κυρίαρχης
αριστοκρατίας. Με πρώτο απ’ όλα το ΠΑΣΟΚ.
Όχι
την εποχή Σημίτη όπως νομίζουν πολλοί, αλλά από τότε που δόθηκε η δυνατότητα
στους τραπεζίτες να λεηλατήσουν ολόκληρη την οικονομία με τα πανωτόκια (1982)
την απάτη των αλληλόχρεων λογαριασμών, που οδήγησε στον εξευτελισμό της
συναλλαγματικής και της επιταγής, αλλά και την καθυπόταξη των επαγγελματιών και
των μικρομεσαίων επιχειρηματιών στην επίσημη τοκογλυφία των
τραπεζών.
Όσο
υπήρχε το εμφυλιοπολεμικό κράτος που συντηρούσε η ΝΔ, η αριστοκρατία του
χρήματος και των τραπεζών, δηλαδή η αριστοκρατία της απάτης και της αγυρτείας,
δεν μπορούσε να επιβληθεί. Έπρεπε να επέλθει η «εθνική συμφιλίωση» για να σβήσει
ο αγνός πατριωτισμός από την καρδιά και το νου του απλού Έλληνα. Έπρεπε να
επιβληθεί η ιδεολογία της ήττας και του ενδοτισμού ευρύτατα στις τάξεις της
κοινωνίας.
Η
αριστοκρατία της απάτης και της διαπλοκής δεν ενδιαφέρεται για δόξα. Η δόξα δεν
φέρνει κέρδος. Δεν πλουτίζει τα χαρτοφυλάκια. Ειρήνη υπήρξε πάντα το σύνθημα των
μεγαλύτερων απατεώνων. Η ειρήνη του ενδοτισμού και του ξεπουλήματος. Να γιατί
ολόκληρη η εσωτερική και εξωτερική πολιτική θεμελιώθηκαν στην ταπείνωση του
εθνικού συναισθήματος του λαού. Η ξενόδουλη εθνικοφροσύνη δεν είχε πια πέραση.
Άσε που συντηρούσε – άθελά της – και το εθνικό συναίσθημα στα πιο καταπιεσμένα
και καταφρονημένα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Κι αυτό – όπως είχε
αποδείξει το ΕΑΜ – ήταν ένα άκρως επικίνδυνο συναίσθημα, ικανό να συντρίψει
όσους είχαν αναδείξει την υποτέλεια σε κορυφαία εθνική
αξία.
Ότι
δεν κατόρθωσε η εθνικοφροσύνη του «ανήκομεν εις την Δύσιν», ανέλαβε να
εξασφαλίσει ο σοσιαλιστικός κορπορατισμός του ΠΑΣΟΚ και της αριστεράς. Κι έτσι η
χρηματιστική αριστοκρατία, που ανάμεσά της από την εποχή του Ανδρέα
κατατάσσονται επάξια και τα επιτελεία των κρατικοδίαιτων επιχειρηματικών
κομμάτων – δεξιάς και αριστεράς – τόσο με τον τρόπο πλουτισμού της, όσο και με
τα βίτσια της, την ανηθικότητά της και την υποκουλτούρα της, ανέβασε τον
υπόκοσμο στις κορυφές της αστικής κοινωνίας της ευρωπαϊκής και εκσυγχρονιστικής
Ελλάδας. Ενώ ταυτόχρονα παρασιτικοποίησε όσο δεν έπαιρνε κι όσο ποτέ άλλοτε,
πλατύτατα στρώματα του λαού.
Σ’
αυτήν την κοινωνία απευθύνεται το επιτελείο του Μαξίμου. Με δεκάδες χιλιάδες
διορισμούς ως επί το πλείστον σε ασήμαντες και αμφίβολες θέσεις. Με σπατάλες δις
από τον κρατικό κορβανά για τη δημιουργία κομματικού στρατού. Με αναφορές σ’
εκείνο το κομμάτι των συνδικαλιστών που έχουν μάθει να είναι κρατικοδίαιτοι. Με
την προσπάθεια να ενσωματώσει δικαστές, στρατιωτικούς, στελέχη επιχειρήσεων,
ακαδημαϊκούς που είναι ιδανικοί να βρίσκουν δικαιολογίες για να να πουλήσουν και
να πουληθούν. Και δεν υπάρχει ιδανικότερος για μια τέτοια δουλειά - δηλαδή να
βρίσκει δικαιολογίες - από αυτόν που έχει υπηρετήσει τον κορπορατίστικο
σοσιαλισμό του ΠΑΣΟΚ και της αριστεράς.
Με
τους τρόπους αυτούς η αριστερά ετοιμάζεται να αναγεννηθεί ως αντιμνημονιακή
δύναμη. Ίσως και με την κατάλληλη αλλαγή της ηγεσίας. Ήδη κυρίες και κύριοι
προβάρουν τα κουστούμια τους για την μεταλλαγή του ΣΥΡΙΖΑ και της αριστεράς σε
αντιμνημονιακή δύναμη. Και να είστε σίγουροι ότι μόλις γίνει κάτι τέτοιο θα
βρεθούν πολλοί, ίσως οι περισσότεροι ακόμη κι απ’ αυτούς που έφυγαν από τον
ΣΥΡΙΖΑ, που θα ανακαλύψουν την ριζοσπαστική αναγέννηση της αριστεράς. Άλλωστε,
πρόκειται για συντρόφους που απλά παραστράτησαν.
Ήδη,
εκείνοι που μας πουλούσαν φύκια για μεταξωτές κορδέλες στις αρχές του 2015. Πού
μας διαβεβαίωναν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα κάνει τη ρήξη και μας πούλαγαν φρούδες ελπίδες,
ετοιμάζονται να πάρουν το αίμα τους πίσω. Είναι οι ίδιοι που μας προέτρεπαν να
περιμένουμε για να δούμε, οι "περιμενάκηδες", όπως τους ειρωνευόμασταν τότε,
μόνο και μόνο γιατί θεωρούσαν την αριστερά ως ανώτερη αξία του πατριωτισμού.
Όλοι αυτοί ετοιμάζονται εκ νέου να μας οδηγήσουν ουρά της αντιμνημονιακής
αναγέννησης της λεγόμενης ριζοσπαστικής αριστεράς. Κι όλα αυτά μόνο και μόνο για
ένα νέο γύρο εξαπάτησης προκειμένου να εξασφαλίσουν οι Ευρωπαίοι αποικιοκράτες
περισσότερο χρόνο για να καταφέρουν την μαζική εξόντωση του ελληνικού πληθυσμού,
που στα χρόνια του πολέμου την επιχείρησαν με μαζικές εκτελέσεις και
ολοκαυτώματα.
Ας
είμαστε υποψιασμένοι και σε εγρήγορση για να μην ξαναπέσουμε στην παγίδα. Δεν
είναι ούτε η δεξιά, ούτε η αριστερά σε όποια κεντρώα ή ριζοσπαστική παραλλαγή
τους, που θα δώσει τη λύση. Το απέδειξαν τουλάχιστον σ' ολόκληρη την
μεταπολίτευση.
Μόνο ο
πατριωτισμός του Έλληνα θα δώσει τη λύση. Το αγνό εθνικό συναίσθημα που οδηγούσε
ανέκαθεν το λαό μας στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Ακόμη κι όταν ήξερε ότι δεν
είχε έρθει ακόμη η ώρα για την ελευθερία και την αυτοδιάθεση της πατρίδας.
Οτιδήποτε άλλο είναι μια από τα ίδια, αν δεν είναι καραμπινάτη
απάτη.
Ο
Δημήτρης Καζάκης είναι Γενικός Γραμματέας του Ε.ΠΑ.Μ.
Πηγή: dimitriskazakis.blogspot.gr