Δευτέρα 10 Ιουνίου 2013

Τι σημαίνει ξεπούλημα στην διάλεκτο Σαμαρά

Πόσο απατεώνας πρέπει να είσαι για να βρίσκεσαι στην διακυβέρνηση της Ελλάδας; Τουλάχιστον όσο και δωσίλογος. Περί ανάκαμψης ο λόγος, ή Grecovery, όπως ανακάλυψε προσφάτως οsuccessful πρωθυπουργός, ελέω δανειστών, κ. Σαμαράς. Μόλις χθες σε ομιλία του στο «προσυνέδριο» της ΝΔ στην Θεσσαλονίκη διεμήνυσε τα εξής καταπληκτικά: «Η Ελλάδα δεν βρίσκεται πια στον αστερισμό του περίφημου Grexit, της εξόδου από το ευρώ. Βρίσκεται στον αστερισμό του Grecovery, δηλαδή λίγο πριν αρχίσει η Ανάκαμψη. Αυτή τη μεγάλη ανατροπή, μερικοί δεν μπορούν να τη χωνέψουν. Κάθε φορά που η χώρα μας σημειώνει μιαν επιτυχία, είτε την αμφισβητούν, είτε τη λοιδορούν, είτε προσπαθούν να τη μειώσουν, υπογραμμίζοντας εκείνα που ακόμα δεν έχουν αλλάξει. Αλλά την πλήρη αντιστροφή της κατάστασης δεν τη λέμε εμείς, την ομολογεί καθημερινά ο ξένος τύπος, οι διεθνείς οργανισμοί και οι διεθνείς αγορές. Όλοι εκείνοι που μας είχαν «τελειωμένους» πριν ένα χρόνο, σήμερα προβάλλουν πρωτοσέλιδα στο πόσο αλλαγμένη χώρα είναι πια η Ελλάδα. Το πόσο πολλά και κόντρα σε όλες τις προβλέψεις - τις δικές τους τις προβλέψεις – κατάφερε τους τελευταίους ένδεκα μήνες αυτή η τρικομματική κυβέρνηση που δημιουργήσαμε.»

Πολλά φούμαρα, αλλά η ουσία μία. Ο Σαμαράς και η συμμορία του θεωρεί ως επιτυχία την επιβράβευση από τα αφεντικά, από τους κατακτητές. Τα ίδια αφεντικά που δεν δίστασαν, όπως ομολογεί και η πρόσφατη έκθεση του ΔΝΤ, να θανατώσουν την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό. Όσο για στοιχεία, τσιμουδιά. Δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν έστω μια ισχνή βελτίωση της κατάστασης. Αντίθετα τα πάντα υποδηλώνουν δραματική χειροτέρευση.

Όμως ο Σαμαράς δεν απευθύνεται στον συνταξιούχο που πολύ σύντομα δεν θα έχει σύνταξη για να ζήσει, ούτε στον μισθωτό που προσπαθεί να επιβιώσει με καθυστερούμενες αμοιβές σε επίπεδο απλού επιδόματος εργασίας. Δεν απευθύνεται στον άνεργο, ούτε στον ελεύθερο επαγγελματία, ή στον μικρομεσαίο που εκμηδενίζεται κυριολεκτικά. Ούτε βέβαια στους εκατοντάδες χιλιάδες που έχουν πάρει, ή ετοιμάζονται να πάρουν των οματιών τους και να ξενιτευτούν. Σ’ αυτούς δεν έχει νόημα να απευθυνθεί. Του αρκεί να τους τρομοκρατεί και να τους εκβιάζει.

Απευθύνεται όμως σ’ ένα γρήγορα αναπτυσσόμενο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, τους... μαυραγορίτες, τους φιλοτομαριστές. Σ’ εκείνους, δηλαδή, που ξέρουν να επιβιώνουν σε κάθε κατάσταση παρέχοντας υπηρεσίες έναντι αντιτίμου. Σ’ εκείνα τα παράσιτα που όλα τα προηγούμενα χρόνια ζούσαν με αρπαχτές από την εξουσία, ροκανίζοντας κονδύλια και πουλώντας κάθε λογής εκδουλεύσεις. Σ’ αυτούς απευθύνεται και τους λέει: Συσπειρωθείτε γύρω μου κι έχει ψωμί για όλους. Θα πουλήσουμε την χώρα κι όλο κάτι θα βολέψουμε κι εμείς. Να γιατί το όραμα του Σαμαρά είναι το εξής: 

«Σας ανέφερα τρεις χαρακτηριστικές κατευθύνσεις-οράματα στη διεθνή μας πολιτική,… τρεις καίριους ρόλους που πρέπει και μπορούμε να δημιουργήσουμε ως χώρα. Στα πλαίσια της Ευρώπης βέβαια, αλλά και πέραν της Ευρώπης. Για λογαριασμό της Ευρώπης, ασφαλώς, αλλά και με υπέρτατο γνώμονα το εθνικό συμφέρον της Ελλάδας. Οράματα ναι, αλλά που πατούν στέρεα στη γη.
Συνοψίζω:
--Η Ελλάδα ως «επένδυση ασφάλειας» της Ευρώπης στη ταραγμένη Νοτιανατολική Μεσόγειο.
--Η Ελλάδα και οι άλλες χώρες της περιοχής μας, ως λύσεις στο πρόβλημα της ενεργειακής εξάρτησης της Ευρώπης από ξένους.
--Η Ελλάδα ως «πύλη» για τις εμπορικές σχέσεις Ευρώπης-Κίνας, που είναι και γίνονται όλο και πιο σημαντικές. Και για την Ευρώπη και για την Κίνα…»

Προσέξατε κάτι. Η Ελλάδα για τον κ. Σαμαρά δεν έχει κανένα νόημα, καμμιά άλλη προοπτική, κανένα λόγο ύπαρξης παρά μόνο ως χώρα «διευκόλυνσης» ξένων ισχυρών συμφερόντων. Η απόλυτη ιδεολογία του δωσιλογισμού και της υποτέλειας.

Με άλλα λόγια η ΝΔ του Σαμαρά μετατρέπεται ανοιχτά σε κόμμα μαυραγοριτών που διεκδικεί να δουλέψει «για λογαριασμό της Ευρώπης», αλλά και «με υπέρτατο γνώμονα το εθνικό συμφέρον της Ελλάδας,» δηλαδή της τσέπης των ημετέρων που ποντάρουν σε μερίδιο από το γενικό ξεπούλημα της χώρας και του λαού της. Ο Σαμαράς και η συμμορία του γυρίζει στα γεννοφάσκια της, στις ρίζες της, εκεί απ’ όπου αντλεί την κοινωνική και πολιτική καταγωγής της: στο κόμμα των Τσολάκογλου, Λογοθετόπουλου και Ράλλη. Δεν χρειάζονται πια τα προσχήματα. Νιώθει ότι έφτασε η ώρα να διεκδικήσει αυτό που του αξίζει, τον τίτλο του υπέρτατου δοσίλογου.

Και το ερώτημα που μπαίνει σε κάθε ψηφοφόρο της ΝΔ, σε κάθε έντιμο άνθρωπο που θεωρεί τον εαυτό του δεξιό, αλλά δεν ξεχνά ότι πρωτίστως οφείλει να είναι πατριώτης. Αυτό είναι το όραμά σου για την Ελλάδα; Να μετατραπεί η χώρα σου σε οικόπεδο ευκαιρίας για «επενδύσεις ασφαλείας» της Ευρώπης, όπου μόνο δωσίλογοι, προδότες, σύγχρονοι κουκουλοφόροι και μαυραγορίτες θα μπορούν να επιβιώσουν; Να καταστραφεί μια από τις πιο όμορφες χώρες του πλανήτη, ένας ευλογημένος τόπος – όπως δίκαια τον αποκαλούσαν οι παππούδες μας – για να αντιμετωπίσει η Ευρώπη (βλέπε Γερμανία) το πρόβλημα της ενεργειακής της εξάρτησης; Να μετατραπεί η Ελλάδα σε «πύλη» για την Ευρώπη; Και οι Έλληνες τι θα απογίνουν; Τελώνες, Φαρισαίοι και αχθοφόροι, κοινώς Κινέζοι κούληδες, χωρίς να τους ανήκει τίποτε; Κι επειδή ο Σαμαράς και η συμμορία του έχουν συνηθίσει να είναι εξ επαγγέλματος τελώνες και Φαρισαίοι, θα πρέπει εσύ να δεχθείς να μεταβληθείς σε αχθοφόρο, σε Κινέζο κούλη μπας κι έρθουν επενδυτές εκ Κίνας που μόνο έτσι αισθάνονται σαν το σπίτι τους; Αυτό είναι το δικό σου όραμα; Αυτό είναι το όραμα για τα παιδιά σου;

Όταν ο πατέρας, ή ο παππού σου πήραν το όπλο και πολέμησαν τον επιδρομέα στα βουνά της Ηπείρου, γιατί το έκαναν; Γιατί πήγαν κι έχυσαν το αίμα τους; Τι ζήταγε τότε η φασιστική κυβέρνηση της Ιταλίας; Τίποτε το ιδιαίτερο: «Όθεν, η Ιταλική Κυβέρνησις κατέληξεν εις την απόφασιν να ζητήση από την Ελληνικήν Κυβέρνησιν -ως εγγύησιν δια την ουδετερότητα της Ελλάδος και ως εγγύησιν δια την ασφάλειαν της Ιταλίας- το δικαίωμα να καταλάβη δια των ενόπλων αυτής δυνάμεων, δια την διάρκειαν της σημερινής προς την Αγγλίαν ρήξεως, ωρισμένα στρατηγικά σημεία του ελληνικού εδάφους. Η Ιταλική Κυβέρνησις ζητεί από την Ελληνικήν Κυβέρνησιν όπως μη εναντιωθή εις την κατάληψιν ταύτην και όπως μη παρεμποδίση την ελευθέραν διέλευσιν των στρατευμάτων των προοριζομένων να την πραγματοποιήσωσι. Τα στρατεύματα ταύτα δεν παρουσιάζονται ως εχθροί του ελληνικού λαού και η Ιταλική Κυβέρνησις δεν προτίθεται ποσώς, δια της προσωρινής κατοχής στρατηγικών τινών σημείων, επιβαλλομένης υπό της ανάγκης των περιστάσεων και εχούσης καθαρώς αμυντικόν χαρακτήρα, να θίξη οπωσδήποτε την κυριαρχίαν και την ανεξαρτησίαν της Ελλάδος.»

Σε τι διαφέρει αυτή η απαίτηση από το όραμα του Σαμαρά και της συμμορίας του; Τι ζητούσε η φασιστική Ιταλία; Να γίνει η Ελλάδα «πύλη» και «επένδυση ασφαλείας» για την ίδια. Ποια η διαφορά; Το ότι η φασιστική Ιταλία το ζητούσε «δια των ενόπλων αυτής δυνάμεων», ενώ σήμερα επιβάλλεται δια οικονομικών μέσων; Το ότι το ζητούσε μια χώρα, ενώ τώρα μας το επιβάλλει η Ευρώπη που αποτελεί την βιτρίνα των ίδιων κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που έσυραν τους λαούς της στον πόλεμο και στην κατοχή το 1940-45; Ή μήπως γιατί ο Σαμαράς και η συμμορία του ενώ δουλεύει – όπως ομολογεί ο ίδιος – «για λογαριασμό της Ευρώπης», μας διαβεβαιώνει ότι έχει «υπέρτατο γνώμονα το εθνικό συμφέρον της Ελλάδας»; 

Το ίδιο δεν διαβεβαίωνε και η φασιστική Ιταλία; Ότι δεν θα έθιγε «οπωσδήποτε την κυριαρχίαν και την ανεξαρτησίαν της Ελλάδος.» Υπήρχε τότε έστω κι ένας Έλληνας που να πίστευε στ’ αλήθεια ότι το τελεσίγραφο της φασιστικής Ιταλίας δεν σήμαινε πόλεμο και κατοχή της Ελλάδας; Τότε γιατί σήμερα θα πρέπει να πιστέψουμε ότι αυτοί που δουλεύουν «για λογαριασμό της Ευρώπης», έχουν σαν «υπέρτατο γνώμονα το εθνικό συμφέρον της Ελλάδας»;

Γιατί η κατάληψη «ορισμένων στρατηγικών σημείων του ελληνικού εδάφους», που ζητούσε τότε η φασιστική Ιταλία, σήμαινε αυτονόητα πόλεμο, ενώ η εκχώρηση σε ξένες δυνάμεις σήμερα όλων των στρατηγικών πλεονεκτημάτων της Ελλάδας σημαίνει ανάπτυξη και επένδυση; Τι έχει αλλάξει; Η μεθοδολογία σίγουρα. Αντί στρατιωτικών τελεσιγράφων που αναγκάζουν ακόμη και έναν δικτάτορα σαν τον Μεταξά να αρνηθεί, σήμερα έχουμε την εξαγορά ολόκληρου του εγχώριου πολιτικού προσωπικού στο παρασκήνιο προκειμένου να εμφανίσουν ότι είναι υπέρ του «εθνικού συμφέροντος» ακόμη και το πιο πρόστυχο ξεπούλημα της χώρας.

Κι ας μην αυταπατάται κανείς. Δεν είχαμε τότε διαφορετικούς ηγέτες. Το ίδιο προδότες και δοσίλογοι ήταν πάντα. Διαφορετικό λαό είχαμε που έτρεμαν την αντίδρασή του ακόμη και οι πιο αδίστακτοι δικτάτορες σαν τον Μεταξά. Έναν λαό που θεωρούσε αυτονόητο ότι θα υπερασπιστεί την πατρίδα του απέναντι σε κάθε ξένη επιδρομή. Έναν λαό που δεν ήταν τόσο ακαμάτης και ψόφιος που ψάχνει πρώτα να βρει τον ηγέτη και ύστερα να επιτελέσει το καθήκον του. Είχαμε έναν λαό που έδινε ο ίδιος το παράδειγμα, ακόμη και χωρίς ηγεσία. Έναν λαό που ήξερε να ενώνεται απέναντι στον κίνδυνο ακόμη και υπό συνθήκες της πιο βίαιης και τραυματικής του διαίρεσης σε «εθνικόφρονες» και «μιάσματα».

Ας θυμηθούμε λίγα γι’ αυτόν τον λαό από τα πρακτικά της δίκης των δοσιλόγων του 1945. Αξίζει να τα θυμηθούμε ειδικά τώρα που ξεπουλιέται και διαλύεται ολόκληρη η Ελλάδα.

«Ένας Λαός ηνωμένος, χωρίς αρχηγόν, εστάθη αντίθετος προς την ηγεσίαν του και χωρίς να υπολογίση θυσίας, ηγωνίσθη, δια την νίκην.» Από την κατάθεση στη δίκη των δοσιλόγων του Αλ. Μυλωνά, ο οποίος διετέλεσε διαδοχικά υφυπουργός (1922) και υπουργός Γεωργίας (1924), υφυπουργός Οικονομικών (1928), υπουργός Παιδείας (1933), υπουργός Ναυτικών (1944) και υπουργός Οικονομικών (1945-46).

«Τον Μάιον του 1940, όταν ο ίδιος ήμην διοικητής του 3ου Σώματος Στρατού, ο τότε Πρόεδρος της Κυβερνήσεως Μεταξάς εκάλεσεν όλους τους αντιστρατήγους και μας ανεκοίνωσεν ότι δεν βλέπει προσεχή την σύρραξιν, ότι όμως εάν δεχθή επίθεσιν η Ελλάς θ’ αμυνθή. Επειδή, όμως, προσέθεσεν, δεν έχομεν αεροπλάνα, επαρκεί εφόδια, μηχανοκινήτους μονάδας, φορτηγά αυτοκίνητα και πλοία, δια τούτο η σύρραξις η οποία τυχόν μας επιβληθή θα είναι βραχυχρόνιος και θα τελειώση εντός ολίγων ημερών. Το πολύ εντός 15 ή 20… Μετά τας δηλώσεις αυτάς του Μεταξά, επηρεάσθησαν εις μεγάλον βαθμόν και ο Αρχιστράτηγος και το Επιτλείον και πολλοί αξιωματικοί, και όλοι επίστεψαν ότι ένας τοιούτος πόλεμος δεν θα εκράτη επί πολλάς ημέρας.» Από την απολογία του Τσολάκογλου.

«Αι ευθύναι δια την εθνικήν συμφοράν βαρύνουν την Κυβέρνησιν της 4ης Αυγούστου, η οποία αφήκεν απροετοίμαστον την χώραςν δια τον επερχόμενον πόλεμον…» Από την απολογία του Λιβιεράτου.

«Πάντες αναμένομεν ότι θα πολεμήση ο Ελληνικός Στρατός επί τινας ημέρας και θα παραδώση τα όπλα. Διότι δεν ημπορούσε να νικήση την Ιταλίαν. Αυτή ήτο και η γνώμη του Μεταξά άλλως τε…» Από την κατάθεση του στρατηγού Πετρίτη.

«Μετά την κήρυξιν όμως της επιστρατεύσεως τα πράγματα ήλλαξαν και άλλος αέρας εφύσησεν εις το μέτωπον. Τα στρατευμένα παιδιά του Ελληνικού Λαού, με την πίστιν των, τον ενθουσιασμόν των, ενίσχυσαν παραπολύ τους αξιωματικούς. Ήλλαξεν η ψυχολογία του μετώπου, εδημιουργήθη μία ατμόσφαιρα ενθουσιασμού, αντίθετος προς το κυβερνητικόν πνεύμα και αυτή η ατμόσφαιρα εβοήθησεν εις την διεξαγωγήν του αγώνος… Η ψυχολογία των μαχητών δεν υπήρξεν απλώς αμυντική, αλλά μετεβλήθη εις επιθετικήν… Όταν ήρχισαν αι επιχειρήσεις και η Ιταλική μεραρχία Τζούλια απώθει την ΥΙΙΙην ο στρατηγός Πιτσίκας μου ετηλεφώνησεν: ‘Άστα, μουτζωσέ τα!’ και όμως ολίγας ημέρας αργότερον, με τους εφέδρους και τους νεοσύλλεκτους της περιφερείας, κατορθώθη ν’ αποθηθή η Τζούλια, να προχωρήσουν τα Ελληνικά στρατεύματα και να φθάσωμεν εις το Πόγραδετς. Οι δικοί μας είχον μίαν πίστιν και μίαν αποφασιστικότητα, την οποίαν δεν είχον οι Ιταλοί.» Από την απολογία Τσολάκογλου.

Ο ίδιος αυτός λαός, ο απλός κόσμος, πέρασε από την δοκιμασία της ναζιστικής κατοχής και του ξενοκίνητου εμφυλίου με την ικανοποίηση ότι δεν πρόδωσε, όπως έκαναν οι ηγέτες του πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τον πόλεμο. Συνέχισε με την ακράδαντη ελπίδα ότι θα είναι αυτός τελικά ο νικητής. Ακόμη κι όταν κατά χιλιάδες αναγκάζονταν να φύγουν για δουλειά στα κάτεργα της Γερμανίας, του Βελγίου, των ΗΠΑ και αλλού, διατηρούσαν πολύτιμη παρακαταθήκη την αδούλωτη ελληνική ψυχή. Ήξεραν πολύ καλά ότι τούτος εδώ ο τόπος είναι η πατρίδα τους και κανείς, μα κανείς δεν πρόκειται να τους την στερήσει ακόμη κι αν τους αναγκάσει να πεθάνουν σε ξένα χώματα μετανάστες, ή πρόσφυγες από ανάγκη.

Ήταν ένας αδούλωτος λαός, ακόμη κι όταν τον υποχρέωναν προδομένο να φορέσει τα χειρότερα δεσμά. Όταν η βασίλισσα Άτοσσα, η μητέρα του Ξέρξη στους Πέρσες του Αισχύλου ρωτά τον Χορό για τους Έλληνες, της απαντούν: οτινος δολοι κέκληνται φωτς οδ πήκοοι. Κανενός άνδρα δεν ονομάζονται δούλοι ούτε υπήκοοι. Κι όταν ο αγγελιοφόρος της έφερε το μαύρο μαντάτο για τον περσικό στόλο στη Σαλαμίνα, ο αρχαίος ποιητής καταγράφει στους αιώνες την ιαχή των Ελλήνων, που δεν υπήρξαν ποτέ κανενός δούλοι, ούτε υπήκοοι: «Ω, παίδες Ελλήνων, ίτε, ελευθερούτε πατρίδ’, ελευθερούτε δε παίδας, γυναίκας, θεών τε πατρώων έδη, θήκας τε προγόνων` νυν υπέρ πάντων αγών». Παιδιά της Ελλάδας προχωράτε, λευτερώστε την Πατρίδα. Λευτερώστε τα παιδιά, τις γυναίκες, τους βωμούς των πατρώων θεών, και των προγόνων τους τάφους. Τώρα ο Αγώνας για όλα!

Αυτού του είδους την ελευθερία υπεράσπισαν πάντα οι Έλληνες, ή τουλάχιστον όσοι είχαν και έχουν ελληνική ψυχή. Όχι την ελευθερία των αγορών, ούτε την ελευθερία να πατώ επί πτωμάτων, η να εκμεταλλεύομαι τις καταστάσεις και τους αδύναμους. Η προσωπική ελευθερία συνδεόταν πάντα με την ελευθερία της πατρίδας, με την ελευθερία της αυτοδιάθεσης, με την ελευθερία ενός λαού να μην είναι δούλος, μήτε υπήκοος κανενός. Με την ελευθερία να είναι ο ίδιος ο λαός, ο εργαζόμενος λαός, ο δημιουργός λαός αφεντικό στον τόπο του. Να γιατί οι «διευκολύνσεις» προς τις ξένες δυνάμεις, όσο κι αν αυτές εγγυώνται το καλό της Ελλάδας, σήμαιναν ανέκαθεν για τον αδούλωτο ελληνικό λαό και αυτονόητα πόλεμο. Πόλεμο απελευθερωτικό. Πόλεμο «υπέρ πίστεως και πατρίδος». Πόλεμο για της ελευθερία.

Σήμερα μας λένε ανοιχτά ότι μας θυσίασαν για τα συμφέροντα του ευρώ και του τραπεζικού καρτέλ της Ευρώπης και θεωρούν φυσικό ότι θα καθίσουμε με σταυρωμένα χέρια και θα ασπαστούμε την μοίρα μας καρτερικά. Μας λένε ότι δουλεύουν για «λογαριασμό της Ευρώπης» κι ότι «υπέρτατο εθνικό συμφέρον» είναι να γίνουμε δούλοι των ευρωτραπεζών και υπήκοοι της Ευρώπης. Μας λένε ότι θα εκχωρήσουν το σύνολο της εθνικής επικράτειας ώστε να εξυπηρετηθούν τα γεωστρατηγικά και οικονομικά συμφέροντα ξένων δυνάμεων και δεν φοβούνται μην ξανακούσουν την τρομερή ιαχή που κάποτε τρομοκρατούσε κάθε βάρβαρο επιδρομέα και κάθε επίδοξο προδότη: «Ω, παίδες Ελλήνων, ίτε, ελευθερούτε πατρίδ’, ελευθερούτε δε παίδας, γυναίκας, θεών τε πατρώων έδη, θήκας τε προγόνων` νυν υπέρ πάντων αγών.»


Πολύ σύντομα όμως θα χρειαστεί ο κάθε Έλληνας, o καθένας από εμάς και όλοι μαζί να επιλέξουμε: ήρωας, ή προδότης; Κι από την απάντηση που θα δώσουμε θα εξαρτηθεί αν θα υπάρχουμε εμείς και η Ελλάδα αύριο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου